Ρίχνομαι στα ουκρανικά

Μετάφραση: ρίχνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
силою, галасом, шумом, стикатись, зіштовхуватися, жбурляти, кидати, шпурляти
Ρίχνομαι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρίχνομαι

ρίχνομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ρίχνομαι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ρίζα στα ουκρανικά - упроваджуватися, шукати, прабатько, предок, коренистий, корінь, коріння
  • ρίξιμο στα ουκρανικά - кидок, метнути, змінювати, закинути, бракувати, кинувши, брусів, ...
  • ρίχνω στα ουκρανικά - линяти, звалище, шпурнути, загороди, опускатись, зносити, валити, ...
  • ραβί στα ουκρανικά - стрічка, жолобки, рабин, равин, Раввин, равін
Τυχαίες λέξεις
Ρίχνομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: силою, галасом, шумом, стикатись, зіштовхуватися, жбурляти, кидати, шпурляти