Στρεβλώνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: στρεβλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перекрутити, викривляти, перекручувати, викривити, твіст, твист
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρεβλώνω
στρεβλώνω συνώνυμα, στρεβλώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, στρεβλώνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- στρατός στα ουκρανικά - військо, загал, армія, множину, маса, множина
- στρατώνας στα ουκρανικά - бараки, казарми, барак, барака, бараку
- στρες στα ουκρανικά - напруження, натиск, тиск, тиснення, стрес, стресс
- στριγγλίζω στα ουκρανικά - безпритульники, жовток, вати, пронизливо
Τυχαίες λέξεις
Στρεβλώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: перекрутити, викривляти, перекручувати, викривити, твіст, твист
Μεταφράσεις: перекрутити, викривляти, перекручувати, викривити, твіст, твист