Στρεβλώνω στα τούρκικα
Μετάφραση: στρεβλώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bükülme, büküm, bir twist, bükümlü, bükme
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρεβλώνω
στρεβλώνω συνώνυμα, στρεβλώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, στρεβλώνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- στρατός στα τούρκικα - ordu, ordusu, ordusunun, ordunun, askeri
- στρατώνας στα τούρκικα - kışla, baraka, barrack, tezahürat, barakada
- στρες στα τούρκικα - stres, gerilme, stresi, stresin, gerilmesi
- στριγγλίζω στα τούρκικα - çığlık, haykırmak, ses, haykırış, shrilled
Τυχαίες λέξεις
Στρεβλώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bükülme, büküm, bir twist, bükümlü, bükme
Μεταφράσεις: bükülme, büküm, bir twist, bükümlü, bükme