Λέξη: ξαφρίζω
Συνώνυμα: ξαφρίζω
εξαφρίζω, θίγω ελαφρώς, αναγινώσκω επιπολαίως
Μεταφράσεις: ξαφρίζω
ξαφρίζω στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
skim
ξαφρίζω στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
leche desnatada, descremada, desnatada, desnatada en, descremada en
ξαφρίζω στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
überfliegen, abschöpfen, absahnen, Mager, Skim
ξαφρίζω στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
frôler, écumer, passer, écrémons, récolter, écrémer, rassembler, écrémez, recueillir, écrèment, ramasser, écrémé, écrémé en, lait écrémé
ξαφρίζω στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scremare, scremato, magro, skim, schiuma
ξαφρίζω στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desnatar, hábil, roçar, desnatado, skim, magro
ξαφρίζω στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
scheren, afromen, afschuimen, magere, afgeroomde
ξαφρίζω στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
снимать, обезжиренного, обезжиренное, снятое, обезжиренным
ξαφρίζω στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skummet, skumme, skumlese
ξαφρίζω στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skumma, skum, skummar
ξαφρίζω στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuorittu, kuoria, pinnoittaa, lukaista, rasvaton, kuorittua, kuoritun
ξαφρίζω στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skimme, skummetmælk, skummet, skim, skummet-
ξαφρίζω στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
prolisovat, sbírat, klouzat, odstředěné, odtučněné, z odstředěného, skim
ξαφρίζω στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sumować, zebrać, przebiegać, prześlizgiwać, przerzucać, szumować, muskać, odżużlać, zbierać, ślizgać, przejrzeć, odtłuszczone, odtłuszczonego, odtłuszczonym, chudego
ξαφρίζω στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
föle, sovány, lefölözött, fölözött, a lefölözött
ξαφρίζω στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kaymağı alınmış, sıyırmak, sektirmek, köpüğünü almak, sekmek
ξαφρίζω στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зберіть, знімання, зняття, знімати, зніматимуть, зніматиме
ξαφρίζω στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
cek, skremuar, i skremuar, heq, shkumë
ξαφρίζω στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
обезмаслен, замъглявам, леко докосвам, едва докосвам, засягам бегло
ξαφρίζω στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
здымаць
ξαφρίζω στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koorima, skim, rasvavaba, Lukaista, koor
ξαφρίζω στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bacati, kliziti, obrati, obrano, obranog, pregledati
ξαφρίζω στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Lögð
ξαφρίζω στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nugriebti, grienė, nugraibstyti, nugriebimas, apsitraukti plonu sluoksniu
ξαφρίζω στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nosmelt, viegli skart, pārslīdēt
ξαφρίζω στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кајмакот, бегло, обезмастено, и кајмакот, обезмаслен
ξαφρίζω στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
frunzări, degresat, smântânit, atinge ușor, parcurge în grabă
ξαφρίζω στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
skim, prelistati, posneto, posnetega, Kliziti
ξαφρίζω στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
povlak, kĺzať, šmýkať, skĺznuť, posúvať, kĺzania
Τυχαίες λέξεις