Τορπίλη στα ουκρανικά
Μετάφραση: τορπίλη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
руйнівник, торпеда, торпедо, торпеду
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τορπίλη
τορπίλη θεσσαλονίκη, τορπίλη στην παραλία τησ θεσσαλονίκησ, τορπίλη χτυπάει αμερικάνικο πολεμικό πλοίο, τορπίλη στη θεσσαλονίκη, τορπίλη σαμαρά στις σχέσεις ελλάδας - ρωσίας, τορπίλη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τορπίλη στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τοποθετώ στα ουκρανικά - утверджувати, встановіть, прищуватий, посмертно, налагодити, покласти, прищавий, ...
- τορνευτής στα ουκρανικά - токар, гончар, гімнаст, Токарь
- τορπιλικό στα ουκρανικά - есмінець, руйнівник, винищувач, торпеди
- τοσοδούλης στα ουκρανικά - Дюймовочка
Τυχαίες λέξεις
Τορπίλη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: руйнівник, торпеда, торпедо, торпеду
Μεταφράσεις: руйнівник, торпеда, торпедо, торпеду