Τρίφτης στα ουκρανικά

Μετάφραση: τρίφτης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тертушка, рашпіль, тертка, терка, Тертушка
Τρίφτης στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρίφτης

τρίφτης καπνού, τρίφτης moulinex, τρίφτησ πάγου, τρίφτης λαχανικών, τρίφτης για λάχανο, τρίφτης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τρίφτης στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τρίποδας στα ουκρανικά - тринога, штатив, штативом
  • τρίτος στα ουκρανικά - по-третє, третій, третьому, третю, третя, третього
  • τρίχα στα ουκρανικά - шерсть, щетина, розгніватися, вовну, зніяковілості, волосин, волосину, ...
  • τρίχωμα στα ουκρανικά - накип, хутро, осадок, пушок, осад, хутряний, волосся
Τυχαίες λέξεις
Τρίφτης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тертушка, рашпіль, тертка, терка, Тертушка