Τραχύτητα στα ουκρανικά

Μετάφραση: τραχύτητα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
брутальність, грубість, суворість, шорсткість
Τραχύτητα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τραχύτητα

σχετική τραχύτητα, τραχύτητα πλαστικών σωλήνων, τραχύτητα κινητήρα, τραχύτητα επιφανειών, τραχύτητα επιφάνειας, τραχύτητα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τραχύτητα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τραχεία στα ουκρανικά - трахея
  • τραχύς στα ουκρανικά - грубий, шорсткий, сухій, хриплий, чорний, сиплий, сухою, ...
  • τραύμα στα ουκρανικά - потенційний, травма, травми
  • τρεκλίζω στα ουκρανικά - шкутильгати, трястися, валандатися, хитніться, хитатися, тинятися, вештатись, ...
Τυχαίες λέξεις
Τραχύτητα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: брутальність, грубість, суворість, шорсткість