Υπογράφων στα ουκρανικά
Μετάφραση: υπογράφων, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
який підписав, підписав, що підписав, підписала
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπογράφων
ο υπογράφων, υπογράφων υπογραφόμενος, η υπογράφων, υπογράφων ή υπογεγραμμένος, κάτωθι υπογράφων, υπογράφων λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπογράφων στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- υποβολέας στα ουκρανικά - запитаний, призвідник, винуватець, зачинщик, призвідця, заводій
- υπογράφω στα ουκρανικά - ознака, підписати, признак, підписання, симптом, знак, зодіаку, ...
- υπογραμμίζω στα ουκρανικά - підкресліть, транспарант, підкреслювати, підкреслення, підкреслювання, наголошення, наголошування
- υπογραφή στα ουκρανικά - автограф, підпис, підписання, розпис
Τυχαίες λέξεις
Υπογράφων στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: який підписав, підписав, що підписав, підписала
Μεταφράσεις: який підписав, підписав, що підписав, підписала