Φευγαλέος στα ουκρανικά

Μετάφραση: φευγαλέος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
невловимий, швидкоплинний, скороминущий, хвилинний, швидкоплинні, побіжний
Φευγαλέος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φευγαλέος

φευγαλέος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, φευγαλέος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • φεριμπότ στα ουκρανικά - переганяти, пором, паром, парою, пари
  • φερόμενος στα ουκρανικά - посилаються, мнимий, позірний, вдаваний, уявний, так званий, званий, ...
  • φεύγω στα ουκρανικά - твердий, шкіроподібний, жорсткий, залишати, лишати
  • φημισμένος στα ουκρανικά - популярність, слава, відомий
Τυχαίες λέξεις
Φευγαλέος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: невловимий, швидкоплинний, скороминущий, хвилинний, швидкоплинні, побіжний