Φρεσκάρω στα ουκρανικά
Μετάφραση: φρεσκάρω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
свіжіти, освіження, освіжати, оновлення, поновлення, відновлення
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φρεσκάρω
φρεσκάρω συνώνυμο, φρεσκάρω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, φρεσκάρω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- φρενιτιώδης στα ουκρανικά - шалений, несамовитий
- φρεσκάδα στα ουκρανικά - бадьорість, свіжість, свіжості
- φρικιαστικός στα ουκρανικά - вигартування, гарт, охолодження, загартування, страхітливий, жахливий, жахаючий, ...
- φρικιό στα ουκρανικά - примха, урод, виродок, потвора
Τυχαίες λέξεις
Φρεσκάρω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: свіжіти, освіження, освіжати, оновлення, поновлення, відновлення
Μεταφράσεις: свіжіти, освіження, освіжати, оновлення, поновлення, відновлення