Θηριοτροφείο στα πολωνικά

Μετάφραση: θηριοτροφείο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
menażeria, menażerii, menażerię, menażerią, menagerie
Θηριοτροφείο στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θηριοτροφείο

γυάλινο θηριοτροφείο, θηριοτροφείο αρρένων εναντίον θηλέων, θηριοτροφείο λεξικό γλώσσας πολωνικά, θηριοτροφείο στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • θηλυπρεπής στα πολωνικά - niemęski, tchórzliwy, słaby, zniewieściały, effeminate, zniewieściałym, zniewieściali, ...
  • θημωνιά στα πολωνικά - stóg, bróg, stos, komin, sterta, stosu
  • θηριώδης στα πολωνικά - zaciekły, nieuprzejmy, srogi, dziki, okrutny, brutalny, zaczepny, ...
  • θησαυροφυλάκιο στα πολωνικά - finanse, skarbnica, skarbiec, skarb państwa, skarbowy, skarbu
Τυχαίες λέξεις
Θηριοτροφείο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: menażeria, menażerii, menażerię, menażerią, menagerie