Κυβερνώ στα πολωνικά
Μετάφραση: κυβερνώ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
panować, rządzić, determinować, kierować, regulują, reguluje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυβερνώ
κυβερνω συνώνυμα, κυβερνώ συνώνυμο, κυβερνώ κλίση, κυβερνώ ετυμολογία, κυβερνώ pronunciation, κυβερνώ λεξικό γλώσσας πολωνικά, κυβερνώ στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κυβέρνηση στα πολωνικά - gubernia, podanie, władza, kierowanie, podawanie, zarządzanie, ustrój, ...
- κυβερνήτης στα πολωνικά - wojewoda, gubernator, naczelnik, wielkorządca, zarządca, dyrektor, regulator, ...
- κυβικός στα πολωνικά - kubiczny, sześcienny, sześciennych, cubic, sześcienna, sześciennego
- κυδώνι στα πολωνικά - mięczak, pigwa, małż, pigwy, quince, owoców pigwy, z pigwy
Τυχαίες λέξεις
Κυβερνώ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: panować, rządzić, determinować, kierować, regulują, reguluje
Μεταφράσεις: panować, rządzić, determinować, kierować, regulują, reguluje