Δοκιμασία στα αγγλικά

Μετάφραση: δοκιμασία, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ordeal, trial, probation, tribulation, test
Δοκιμασία στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δοκιμασία

proof
  • απόδειξη
  • πειστήριο
  • δοκιμή
  • δοκίμιο
  • δοκιμασία
  • έλεγχος
trial
  • δίκη
  • δοκιμή
  • δοκιμασία
  • εκδίκαση
ordeal
  • δοκιμασία
  • βάσανος
crucible
  • χωνευτήριο
  • χωνευτήρι
  • χοάνη
  • δοκιμασία
probation
  • δοκιμασία
tryingness
  • δοκιμασία
  • στενοχώρια
tribulation
  • δοκιμασία
  • συμφορά
  • ταλαιπωρία
  • βάσανο

Σχετικές λέξεις: δοκιμασία

δοκιμασία romberg, δοκιμασία gmat, δοκιμασία κόπωσης, δοκιμασία εκφραστικού λεξιλογίου, δοκιμασία valsava, δοκιμασία λεξικό γλώσσας αγγλικά, δοκιμασία στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • δοκίμιο στα αγγλικά - essay, proof, specimen, test piece, sample
  • δοκιμάζω στα αγγλικά - assay, sample, try, test, taste, try out, essay
  • δοκιμαστικός στα αγγλικά - experimental, trial, tentative, Test, Demo
  • δοκός στα αγγλικά - beam, girder, rafter, joist, spar
Τυχαίες λέξεις
Δοκιμασία στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: ordeal, trial, probation, tribulation, test