Μεστώνω στα πολωνικά
Μετάφραση: μεστώνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wydorośleć, dojrzały, odstawać, dojrzewać, dojrzeć, mestono
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεστώνω
μεστώνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, μεστώνω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μεσοφόρι στα πολωνικά - dessous, halka, białogłowa, spódnica, petticoat, halkę, petticoat w
- μεστός στα πολωνικά - odstawać, wypełniony, pełny, dojrzały, dojrzewać, pełnoprawny, wydorośleć, ...
- μετά στα πολωνικά - tylni, wtenczas, wówczas, potem, następny, przyszły, stamtąd, ...
- μετάγγιση στα πολωνικά - transfuzja, przetoczenie, przetaczanie, transfuzji, przetoczenia
Τυχαίες λέξεις
Μεστώνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wydorośleć, dojrzały, odstawać, dojrzewać, dojrzeć, mestono
Μεταφράσεις: wydorośleć, dojrzały, odstawać, dojrzewać, dojrzeć, mestono