Αγωνιώ στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αγωνιώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
angústia, ânsia, transe, estar em, ser, estar no, estar na, estar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγωνιώ
αγωνιώ αγγλικά, αγωνιώ κλίση, αγωνιώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αγωνιώ στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αγωνίζομαι στα πορτογαλικά - luta, combate, batalha, pelejar, conflitos, conflito, brigar, ...
- αγωνιστής στα πορτογαλικά - lutador, combatente, caça, lutador do, lutador de
- αγόρι στα πορτογαλικά - rapaz, criado, menino, filho, garoto, boy, do menino
- αγύρτης στα πορτογαλικά - impostor, impostora, embusteiro, ator
Τυχαίες λέξεις
Αγωνιώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: angústia, ânsia, transe, estar em, ser, estar no, estar na, estar
Μεταφράσεις: angústia, ânsia, transe, estar em, ser, estar no, estar na, estar