Αγωνιώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: αγωνιώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
angst, zielsangst, beklemming, smart, benauwdheid, zijn, worden, te zijn, te, is
Αγωνιώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγωνιώ

αγωνιώ αγγλικά, αγωνιώ κλίση, αγωνιώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αγωνιώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αγωνίζομαι στα ολλανδικά - conflict, worstelen, strijden, strijd, spartelen, kampen, botsing, ...
  • αγωνιστής στα ολλανδικά - vechter, gevechtsvliegtuig, fighter, vechter van, strijder
  • αγόρι στα ολλανδικά - zoon, knaap, jongen, boy, jongen van, De jongen, jongetje
  • αγύρτης στα ολλανδικά - landloper, vagebond, charlatan, zwerver, kwakzalver, bedrieger, oplichter, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγωνιώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: angst, zielsangst, beklemming, smart, benauwdheid, zijn, worden, te zijn, te, is