Αδαής στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αδαής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inexperiente, implume, Callow, imaturo, imatura
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδαής
αδαήσ αντίθετο, αδαής ορισμός, αδαής ετυμολογία, αδαής συνώνυμα, αδαήσ δάσκαλοσ, αδαής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αδαής στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αδίκημα στα πορτογαλικά - ofensa, delito, crime, infracção, infracções
- αδίστακτος στα πορτογαλικά - impiedoso, implacável, cruel, impiedosa, cruéis
- αδαμαντίνη στα πορτογαλικά - esmalte, capacitar, do esmalte, de esmalte, o esmalte, esmalte de
- αδειάζω στα πορτογαλικά - descarregar, vago, desocupar, vazio, vazia, vazios, vazias, ...
Τυχαίες λέξεις
Αδαής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inexperiente, implume, Callow, imaturo, imatura
Μεταφράσεις: inexperiente, implume, Callow, imaturo, imatura