Αναιδής στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αναιδής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pretensioso, convencido, arrogante, cocky, arrogantes
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναιδής
αναιδής ετυμολογία, αναιδής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναιδής στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αναθεματισμένος στα πορτογαλικά - maçador, incomodamente, importuno
- αναθεωρώ στα πορτογαλικά - revalorização, revisar, revista, inspecção, revogar, revisão, rever, ...
- αναιμία στα πορτογαλικά - anemia, a anemia, da anemia, de anemia
- αναιμικός στα πορτογαλικά - anêmico, anêmica, anêmicas, anêmicos, anemia
Τυχαίες λέξεις
Αναιδής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pretensioso, convencido, arrogante, cocky, arrogantes
Μεταφράσεις: pretensioso, convencido, arrogante, cocky, arrogantes