Αντιμετωπίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αντιμετωπίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rosto, olhadela, encarar, enfrentar, semblante, fabrique, afrontar, confronte, audácia, aspecto, frente, frontal, dianteiro, dianteira, da frente
Αντιμετωπίζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντιμετωπίζω

αντιμετωπίζω αοριστος, αντιμετωπίζω στα γαλλικα, αντιμετωπίζω στα ισπανικά, αντιμετωπίζω συνώνυμα, αντιμετωπίζω τον καρκίνο του προστάτη, αντιμετωπίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αντιμετωπίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αντιλαμβάνομαι στα πορτογαλικά - convencer, em, por, perceber, pelo, ver, realizar, ...
  • αντιλόπη στα πορτογαλικά - animal, antílope, antílopes, antelope, do antílope, antílope de
  • αντιμετώπιση στα πορτογαλικά - confronto, confrontação, enfrentamento, confrontos, o confronto
  • αντιπάθεια στα πορτογαλικά - malquerer, desagrado, disco, antipatia, a antipatia, aversão, antipathy, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντιμετωπίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: rosto, olhadela, encarar, enfrentar, semblante, fabrique, afrontar, confronte, audácia, aspecto, frente, frontal, dianteiro, dianteira, da frente