Αποθηκεύω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αποθηκεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
provisão, lojas, loja, armazém, armazenar, existências, venda, caixa, silo, bin, escaninho, bandeja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποθηκεύω
αποθηκεύω συνώνυμα, αποθηκεύω συνώνυμο, πώς αποθηκεύω, αποθηκεύω τρόφιμα, αποθηκεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποθηκεύω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αποθανών στα πορτογαλικά - recentemente, tarde, perdurar, ultimamente, tardio, último, durar, ...
- αποθαρρύνω στα πορτογαλικά - rebater, desanime, desencorajar, desanimar, dishearten, desalentar, desencorajem
- αποθησαυρίζω στα πορτογαλικά - amontoar, acumular, empilhar, Assam, de Assam
- αποθνήσκω στα πορτογαλικά - dicionário, morrer, falecer, dado, morrem, morre, die, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποθηκεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: provisão, lojas, loja, armazém, armazenar, existências, venda, caixa, silo, bin, escaninho, bandeja
Μεταφράσεις: provisão, lojas, loja, armazém, armazenar, existências, venda, caixa, silo, bin, escaninho, bandeja