Απόδειξη στα πορτογαλικά

Μετάφραση: απόδειξη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pronunciação, recibo, evidenciar, constatar, quitação, provar, prova, prova de, à prova, a prova, uma prova
Απόδειξη στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απόδειξη

απόδειξη συνώνυμα, απόδειξη παροχής υπηρεσιών, απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης όριο, απόδειξη παροχής υπηρεσιών 2014, απόδειξη συναλλαγών, απόδειξη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απόδειξη στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • απόγνωση στα πορτογαλικά - desolar, desesperar, desespero, desolado, o desespero, desespere, desesperado
  • απόγονος στα πορτογαλικά - filiação, descendente, descendentes, descendente de, descendência
  • απόδοση στα πορτογαλικά - retorno, regresso, de retorno, volta, retorno de
  • απόδραση στα πορτογαλικά - fuga, escapar, de escape, de fuga, saída
Τυχαίες λέξεις
Απόδειξη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pronunciação, recibo, evidenciar, constatar, quitação, provar, prova, prova de, à prova, a prova, uma prova