Εκταφή στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εκταφή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
exumação, de exumação, a exumação, exumações, exumação de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκταφή
τσαλικίδης εκταφή, εκταφή νεκρού, εκταφή ρασούλη, εκταφή τσαλικίδη, εκταφή οστών, εκταφή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκταφή στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εκτέλεση στα πορτογαλικά - atuação, realização, execução, cumprimento, desempenho
- εκτίμηση στα πορτογαλικά - apreciação, respeito, estima, propriedade, deferência, fazenda, granja, ...
- εκτείνομαι στα πορτογαλικά - esticar, estenda, ampliar, estender, alongar, expressão, formaria, ...
- εκτείνω στα πορτογαλικά - ampliar, expressão, alongar, estender, estenda, desdobramento, estendido, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκταφή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: exumação, de exumação, a exumação, exumações, exumação de
Μεταφράσεις: exumação, de exumação, a exumação, exumações, exumação de