Λέξη: εκταφή
Σχετικές λέξεις: εκταφή
τσαλικίδης εκταφή, εκταφή νεκρού, εκταφή ρασούλη, εκταφή τσαλικίδη, εκταφή οστών, εκταφή χριστόδουλου, εκταφή νεκρών, ονειροκρίτης εκταφή, εκταφή του μανώλη ρασούλη, εκταφή νεκρού νομοθεσία
Μεταφράσεις: εκταφή
εκταφή στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
exhumation, disinterment, digging, digging up, exhume
εκταφή στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
exhumación, la exhumación, de exhumación, exhumaciones, de exhumaciones
εκταφή στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
exhumierung, Exhumierung, Exhumation, Ausgrabung, exhumieren, Exhumierungen
εκταφή στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
exhumation, l'exhumation, exhumations, d'exhumation
εκταφή στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
esumazione, riesumazione, l'esumazione, all'esumazione, di esumazione
εκταφή στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
exumação, de exumação, a exumação, exumações, exumação de
εκταφή στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
opgraving, opgraven, opgravingen, exhumation, de opgraving
εκταφή στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
эксгумация, эксгумации, эксгумацию, эксгумацией
εκταφή στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
exhumation, oppgravingen
εκταφή στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
uppgrävning, gravöppningar, uppgrävningar, för gravöppningar, utgrävningar
εκταφή στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ekshumaatiot, ruumiin ottaminen haudasta, haudasta kaivaminen, ottaminen haudasta
εκταφή στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
opgravning, opgravningen, ligopgravning, ekshumering
εκταφή στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
exhumace, exhumaci, exhumací
εκταφή στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ekshumacja, ekshumacji, ekshumację, ekshumacyjnych
εκταφή στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
exhumálás, temetés, kihantolás, exhumálását, exhumálást
εκταφή στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mezardan çıkarma, yüzeyleme, mezar açma, topraktan ölü geri çıkarma, satha doğru yükselmeleri
εκταφή στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ексгумація, ексгумацію
εκταφή στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
zhvarrosja, zhvarrimit, zhvarrosjen, zhvarrimi, ekshumimit
εκταφή στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ексхумация, ексхумацията, за ексхумация, ексхумиране, ексхумация се
εκταφή στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
эксгумацыя
εκταφή στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hauast väljakaevamine, väljakaevamise, väljakaevamispaikadesse
εκταφή στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ekshumacija, ekshumacije, iskopavanja, iskopavanje tijela
εκταφή στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
uppgröft
εκταφή στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ekshumacija, Išrovimas, Ekshumacja, palaikų iškasimas, Ekshumācija
εκταφή στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ekshumācija, izrakšana
εκταφή στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ексхумација, ексхумацијата, есхумацијата, за ексхумација
εκταφή στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
exhumare, exhumarea, de exhumare, deshumarea, exhumării
εκταφή στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
izkop
εκταφή στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
exhumácia, exhumácie, exhumácii, exhumáciu, na exhumáciu
Τυχαίες λέξεις