Εμπαθής στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εμπαθής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
malicioso, malvado, apaixonado, passionate, Apaixonada, apaixonado que, Passional
Εμπαθής στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπαθής

εμπαθής λεξικο, εμπαθής συνώνυμα, εμπαθής ορισμός, εμπαθής συνωνυμο, εμπαθής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εμπαθής στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εμμονή στα πορτογαλικά - adesão, persistência, perseverança, a perseverança, perseverance, da perseverança
  • εμπάθεια στα πορτογαλικά - transeunte, ardor, paixão, ódio, o ódio, do ódio, ao ódio, ...
  • εμπαικτικός στα πορτογαλικά - zombeteiro, zombaria, zombeteira, zombador, zombando
  • εμπεδώνω στα πορτογαλικά - poder, fortificar, reforçar, consolidar, esforçar, força, empedono
Τυχαίες λέξεις
Εμπαθής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: malicioso, malvado, apaixonado, passionate, Apaixonada, apaixonado que, Passional