Malvado στα ελληνικά
Μετάφραση: malvado, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανέντιμος, απαίσιος, εμπαθής, μοχθηρός, κακόβουλος, βρώμικος, βρόμικος, ακάθαρτος, κακό, κακού, το κακό, κακά, του κακού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- malquerer στα ελληνικά - αντιπάθεια, αντιπαθώ, εξαρθρώνω
- maltratar στα ελληνικά - κακομεταχειρίζομαι, θηλαστικό, κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
- malária στα ελληνικά - ελονοσία, ελονοσίας, της ελονοσίας, την ελονοσία, η ελονοσία
- malévolo στα ελληνικά - απαίσιος, κακός, ασεβείς, ασεβών, πονηρά, πονηρό
Τυχαίες λέξεις
Malvado στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανέντιμος, απαίσιος, εμπαθής, μοχθηρός, κακόβουλος, βρώμικος, βρόμικος, ακάθαρτος, κακό, κακού, το κακό, κακά, του κακού
Μεταφράσεις: ανέντιμος, απαίσιος, εμπαθής, μοχθηρός, κακόβουλος, βρώμικος, βρόμικος, ακάθαρτος, κακό, κακού, το κακό, κακά, του κακού