Επισκιάζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επισκιάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
dever, anão, ofuscar, outshine, brilhar, brilhar mais, suplantar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισκιάζω
επισκιάζω μεταφραση, επισκιάζω english, επισκιάζω λεξικο, επισκιάζω pronunciation, επισκιάζω συνώνυμο, επισκιάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επισκιάζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επισκευάζω στα πορτογαλικά - remendar, restaurar, reparar, emende, reparo, consertar, arremesso, ...
- επισκευή στα πορτογαλικά - reparo, restaurar, consertar, reorganizar, reparar, reparação, conserto, ...
- επισκοπή στα πορτογαλικά - diocese, diocese de, dioceses
- επισκόπηση στα πορτογαλικά - profissionalizar, perfil, vistoria, exame, pesquisa, inquérito, levantamento
Τυχαίες λέξεις
Επισκιάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: dever, anão, ofuscar, outshine, brilhar, brilhar mais, suplantar
Μεταφράσεις: dever, anão, ofuscar, outshine, brilhar, brilhar mais, suplantar