Εταίρα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εταίρα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prostituta, cortesã, courtesan, cortesão, cortesãs
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εταίρα
εταίρα λαίς, εταίρα λεξικό, εταίρα συνώνυμα, αρχαία εταίρα, εταίρα ετυμολογία, εταίρα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εταίρα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ετήσια στα πορτογαλικά - ano, anual, anualmente, anuais, por ano
- ετήσιος στα πορτογαλικά - anual, anuário, anuais, anual de, anualmente, homóloga
- εταιρία στα πορτογαλικά - firmar, firme, consistente, companhia, rijo, firma, forte, ...
- ετερογενής στα πορτογαλικά - heterogéneo, heterogêneo, heterogênea, heterogénea, heterogêneos
Τυχαίες λέξεις
Εταίρα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: prostituta, cortesã, courtesan, cortesão, cortesãs
Μεταφράσεις: prostituta, cortesã, courtesan, cortesão, cortesãs