Λέξη: διγαμία
Μεταφράσεις: διγαμία
διγαμία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bigamy, digamy
διγαμία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bigamia, la bigamia, de bigamia
διγαμία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bigamie, Bigamie, Doppelehe, bigamy, die Bigamie, wegen Bigamie
διγαμία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bigamie, la bigamie, de bigamie
διγαμία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bigamia, la bigamia, bigamy, di bigamia
διγαμία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bigamia, a bigamia, bigamy, de bigamia
διγαμία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bigamie, bigamy
διγαμία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
двоемужие, бигамия, двоеженство, двоебрачие, двоежёнец, двоежёнство, двоеженстве, двоеженства
διγαμία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bigami, for bigami
διγαμία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bigami, tvegifte, bigamin
διγαμία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaksinnaiminen, kaksiavioisuuden, kaksiavioisuus, kaksinnaimisesta
διγαμία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bigami
διγαμία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dvojženství, bigamie
διγαμία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bigamia, dwużeństwo, Bigamy
διγαμία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bigámia, kettős házasság, bigámiát
διγαμία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ikieşlilik, bigami, bigamy, iki eşlilik
διγαμία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
двоєженство, бігамія, двошлюбність
διγαμία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bigami, bigamia, martesë me dy gra e dy burra njëherësh
διγαμία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
двуженство, двубрачие, двуженството, бигамия, двубрачието
διγαμία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дваяжэнства
διγαμία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
bigaamia, kahenaisepidamine, kaksikabielu, Kaksinnaiminen, kahenaisepidamist
διγαμία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bigamija, dvoženstvo
διγαμία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Bigamy
διγαμία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dvipatystė, Dwużeństwo, Bigamija, Bigamia, Divlaulība
διγαμία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bigamija, divlaulība
διγαμία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бигамија
διγαμία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bigamie, bigamia, bigamiei, de bigamie, bigamy
διγαμία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Bigamija
διγαμία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bigamie, bigamia
Τυχαίες λέξεις