Λέξη: καμάκι

Σχετικές λέξεις: καμάκι

καμάκι με το αυτοκίνητο φτωχός vs πλούσιος (video), καμάκι ψαρέματος, καμάκι στο facebook, καμάκι στην παραλία, καμάκι ατάκες, καμάκι στο μετρό, καμάκι σε παντρεμένη, καμάκι στο δρόμο, καμάκι στην αθήνα, καμάκι σε μπαρ

Συνώνυμα: καμάκι

αγγίστρο, άγκιστρο, γάντζος, δυσκολία, καμάξ

Μεταφράσεις: καμάκι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
spear, harpoon, gaff, kamaki, a harpoon, harpoons
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lanza, asta, arpón, de arpón, el arpón, arpón de, harpoon
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lanze, speer, Harpune, Harpunen, harpoon
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lance, épieu, dard, javelot, harpon, harpons, au harpon, de harpon
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lancia, arpione, fiocina, rampone, harpoon, arpioni
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arpão, harpoon, do arpão, de arpão, arpão de
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
harpoen, harpoon, harpoenen, harpoenschip, harpoenschepen
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
острога, дротик, копейщик, копьё, гарпун, копье, Harpoon, гарпуна, гарпуном, гарпунный
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
spyd, lanse, harpun, harpunen, Harpoon
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
spjut, harpun, Harpoon, harpunen, hulling
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keihäs, seiväs, harppuuna, harpoon, Harppuuna-, harppuunalla, harppuunoiden
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
spyd, lanse, harpun, harpunen, harpunere, harpoon
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
oštěp, kopí, harpuna, Harpoon, harpunou, harpunu, harpuny
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wypustka, oszczep, ostrze, pika, włócznia, dzida, żądło, kopia, iglica, harpun, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szivattyúkar, husáng, dárdás, csemete, lándzsás, szigony, szigonnyal, szigonyos, harpoon
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mızrak, kargı, zıpkın, harpoon, zıpkınla, zıpkının
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спис, гарпун
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fuzhnjë, kamaqe
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
копие, харпун, харпуна, Връх за стрела, харпуни, галванизирана
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гарпун
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
oda, harpuun, harpuunima, harpuuniga, harpuuni, harpuunipüss
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
govori, harpun, probosti harpunom
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
harpoon
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
telum, hasta, spiculum
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ietis, žeberklas, harpūnas, harpūnus, harpoon, gaudyti harpūnu
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pīķis, žebērklis, šķēps, harpūna, harpūnu, ar harpūnu, Harpoon, harpunēt
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
харпун
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lance, harpon, harponul, de harpon, cu harponul, cu harpon
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
harpuno, s harpuno, HARPUN
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kopí, harpúna, harpuna

Στατιστικά δημοτικότητας: καμάκι

Τυχαίες λέξεις