Ευφροσύνη στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ευφροσύνη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prazer, delicioso, deleitar, gleefulness
Ευφροσύνη στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευφροσύνη

ευφροσύνη παυλακούδη, ευφροσύνη μήτσιου, ευφροσύνη φωτεινάκη, ευφροσύνη μπουλούτα, ευφροσύνη βαμβακά, ευφροσύνη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ευφροσύνη στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ευφράδεια στα πορτογαλικά - fluência, a fluência, da fluência, de fluência, fluidez
  • ευφραδής στα πορτογαλικά - fluente, fluentes, fluentemente, Fluent, Fluente Tanto
  • ευφρόσυνος στα πορτογαλικά - deleitar, prazer, delicioso, maravilhoso, jubiloso, jubilante, jubilant, ...
  • ευφυΐα στα πορτογαλικά - inteligência, de inteligência, a inteligência, informações, inteligência de
Τυχαίες λέξεις
Ευφροσύνη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: prazer, delicioso, deleitar, gleefulness