Καπαρώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: καπαρώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
livros, evidenciar, pressagiar, dirigir a palavra a
Καπαρώνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καπαρώνω

καπαρώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καπαρώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • καπάτσος στα πορτογαλικά - astuto, ardiloso, ladino, sagaz, engenhoso, resourceful, de recursos, ...
  • καπέλο στα πορτογαλικά - sombreiro, chapéu, precipitadamente, boné, hat, chapéu de, chapéu do
  • καπατσοσύνη στα πορτογαλικά - bom senso, iniciativa, gumption, perspicácia, presença de espírito
  • καπετάνιος στα πορτογαλικά - capitão, comandante, o capitão, chefe, capitão de
Τυχαίες λέξεις
Καπαρώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: livros, evidenciar, pressagiar, dirigir a palavra a