Λυσσαλέος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: λυσσαλέος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
raivoso, fanático, furioso, radical, raivosos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λυσσαλέος
λυσσαλέος συνώνυμα, λυσσαλέος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, λυσσαλέος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- λυπηρά στα πορτογαλικά - tristemente, triste, sad, tristes, vdhn, tristeza
- λυρικός στα πορτογαλικά - lírica, lírico, letra, letra de, lyric
- λυσσομανώ στα πορτογαλικά - pano, raiva, fúria, ira, a raiva, ódio
- λυτός στα πορτογαλικά - frouxo, laço, solúvel, resolúvel, solucionável, solucionáveis, solvable
Τυχαίες λέξεις
Λυσσαλέος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: raivoso, fanático, furioso, radical, raivosos
Μεταφράσεις: raivoso, fanático, furioso, radical, raivosos