Λυσσαλέος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: λυσσαλέος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
фанатични, бесно, бесни, свиреп, бесен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λυσσαλέος
λυσσαλέος συνώνυμα, λυσσαλέος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, λυσσαλέος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- λυπηρά στα σλαβομακεδονικά - тажната, тажен, тажно, тажна, тажни
- λυρικός στα σλαβομακεδονικά - лирски, лирската, лирика, лирска, лирскиот
- λυσσομανώ στα σλαβομακεδονικά - бес, гневот, бесот, гнев, на бес
- λυτός στα σλαβομακεδονικά - решлив, решливи, решлива, решливо, разреши
Τυχαίες λέξεις
Λυσσαλέος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: фанатични, бесно, бесни, свиреп, бесен
Μεταφράσεις: фанатични, бесно, бесни, свиреп, бесен