Μελανιάζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μελανιάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
contusão, equimose, machucado, hematoma, bruise
Μελανιάζω στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μελανιάζω

μελανιάζω εύκολα, μελανιάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μελανιάζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μελαγχολώ στα πορτογαλικά - afligir, depredar, acabrunhar, acanhar, fresco, desafinar, lastimador, ...
  • μελανιά στα πορτογαλικά - contusão, equimose, machucado, hematoma, bruise
  • μελαχρινός στα πορτογαλικά - audaz, desagradável, nebuloso, escuridão, sombrio, escuro, noite, ...
  • μελισσοτροφείο στα πορτογαλικά - melissotrofeio
Τυχαίες λέξεις
Μελανιάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: contusão, equimose, machucado, hematoma, bruise