Ορθογραφώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ορθογραφώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tempo, rápido, período, graça, encanto, ortografia, grafia, orthography, ortografia do, a ortografia
Ορθογραφώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορθογραφώ

ορθογραφώ αρχοντάκης, ορθογραφώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ορθογραφώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ορεκτικός στα πορτογαλικά - apetitoso, appetizing, alimento appetizing, apetitosos, apetitosa
  • ορθογραφία στα πορτογαλικά - comando, ortografia, grafia, soletração, ortográfico, a ortografia
  • ορθογώνιο στα πορτογαλικά - retangular, rectangular, retangulares, rectangulares
  • ορθοδοξία στα πορτογαλικά - ortodoxia, a ortodoxia, orthodoxy, da ortodoxia
Τυχαίες λέξεις
Ορθογραφώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: tempo, rápido, período, graça, encanto, ortografia, grafia, orthography, ortografia do, a ortografia