Συγκέντρωση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συγκέντρωση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
colher, recolhimento, ajuntar, reunião, concentração, concentração de, de concentração, concentra�o, a concentração
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκέντρωση
συγκέντρωση διαμαρτυρίας, συγκέντρωση οφειλών, συγκέντρωση συνώνυμα, συγκέντρωση κκε, συγκέντρωση φαρμάκων, συγκέντρωση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συγκέντρωση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συγγραφέας στα πορτογαλικά - escritor, autor, anotar, artífice, autores, autora, author, ...
- συγκάλυψη στα πορτογαλικά - cobertura, tampa, camuflar, capa, mascaramento, mascarar, máscara, ...
- συγκίνηση στα πορτογαλικά - electrizar, emoção, emoções, a emoção, sentimento, comoção
- συγκαλώ στα πορτογαλικά - aprazar, convocar, reunir, convocará, convocação, convoque
Τυχαίες λέξεις
Συγκέντρωση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: colher, recolhimento, ajuntar, reunião, concentração, concentração de, de concentração, concentra�o, a concentração
Μεταφράσεις: colher, recolhimento, ajuntar, reunião, concentração, concentração de, de concentração, concentra�o, a concentração