Σωστός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σωστός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
exactamente, afinado, admoestar, hélice, destro, repreender, são, certo, preciso, justamente, direito, exacto, equipamento, direita, jus, corretor, à direita, a direita
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωστός
σωστός τρόπος βουρτσίσματος δοντιών, σωστός ύπνος, σωστός συνδυασμός τροφών, σωστός τρόπος διαβάσματος, σωστός προσανατολισμός κρεβατιού, σωστός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σωστός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σωσίας στα πορτογαλικά - pontilhar, duplo, dúplice, dobro, ponto, dupla, casal, ...
- σωστά στα πορτογαλικά - apropriado, corretamente, correctamente, correcta, correta, devidamente
- σωτηρία στα πορτογαλικά - salvação, a salvação, da salvação
- σωφρονιστήριο στα πορτογαλικά - penitenciária, penitenciário, penitentiary, prisional, presídio
Τυχαίες λέξεις
Σωστός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: exactamente, afinado, admoestar, hélice, destro, repreender, são, certo, preciso, justamente, direito, exacto, equipamento, direita, jus, corretor, à direita, a direita
Μεταφράσεις: exactamente, afinado, admoestar, hélice, destro, repreender, são, certo, preciso, justamente, direito, exacto, equipamento, direita, jus, corretor, à direita, a direita