Equipamento στα ελληνικά

Μετάφραση: equipamento, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξοπλίζω, εξοπλισμός, αντίστοιχος, δικαίωμα, δεξιός, εκδρομή, στήνω, ισότιμος, σωστός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
Equipamento στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • equinócio στα ελληνικά - ισημερία, Equinox, ισημερίας, ισημερίαν, το Equinox
  • equipagem στα ελληνικά - άμαξα ακολουθία, πληρώματα
  • equipamentos στα ελληνικά - εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
  • equipar στα ελληνικά - εξοπλισμός, εξοπλίσει, εξοπλισμό, εξοπλίσουν, τον εξοπλισμό, εξοπλίζουν
Τυχαίες λέξεις
Equipamento στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξοπλίζω, εξοπλισμός, αντίστοιχος, δικαίωμα, δεξιός, εκδρομή, στήνω, ισότιμος, σωστός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού