Μαγειρική στα ρουμανικά
Μετάφραση: μαγειρική, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bucătărie, gastronomie, Culinarie, bucatarie, Culinărie, bucate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαγειρική
μαγειρική σόδα και καρκίνος, μαγειρική σόδα, μαγειρική για παιδιά, μαγειρική σόδα καρκίνος, μαγειρική συνταγές βεφα, μαγειρική λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μαγειρική στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- μαγεία στα ρουμανικά - magic, magie, iluzie, magia, joc, magică
- μαγειρεύω στα ρουμανικά - coace, bucătar, bucatar, cook a, bucătăreasă, bucatareasa
- μαγειρικός στα ρουμανικά - culinar, culinare, culinară, culinara
- μαγευτικός στα ρουμανικά - feeric, încântătoare, încântătorul, incantatoare, fermecător
Τυχαίες λέξεις
Μαγειρική στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: bucătărie, gastronomie, Culinarie, bucatarie, Culinărie, bucate
Μεταφράσεις: bucătărie, gastronomie, Culinarie, bucatarie, Culinărie, bucate