Στριγκλίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: στριγκλίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
крикнала, ПИСОК
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στριγκλίζω
στριγκλίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στριγκλίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- στρες στα σλαβομακεδονικά - стрес, стресот, на стресот, на стрес
- στριγγλίζω στα σλαβομακεδονικά - shrilled
- στριγκλιά στα σλαβομακεδονικά - крикнала, ПИСОК
- στριμώχνω στα σλαβομακεδονικά - нишата, сендвич, сендвичи, сендвичот, за сендвичи
Τυχαίες λέξεις
Στριγκλίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: крикнала, ПИСОК
Μεταφράσεις: крикнала, ПИСОК