Σχετίζομαι στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: σχετίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
се однесуваат, однесуваат, да се однесуваат, се однесува, поврзани
Σχετίζομαι στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σχετίζομαι

σχετίζομαι συνώνυμο, σχετίζομαι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σχετίζομαι στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • σχεδιαστής στα σλαβομακεδονικά - дизајнер, дизајнерот, дизајнер на, креатор
  • σχεδόν στα σλαβομακεδονικά - речиси, скоро, речиси и, малку
  • σχετικά στα σλαβομακεδονικά - за, околу, во врска со, за тоа, во врска
  • σχετικός στα σλαβομακεδονικά - во однос, роднина, релативна, релативната, однос
Τυχαίες λέξεις
Σχετίζομαι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: се однесуваат, однесуваат, да се однесуваат, се однесува, поврзани