Επανδρώνω στα σλοβενικά
Μετάφραση: επανδρώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
moški, pán, mož, epandrono
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επανδρώνω
επανδρώνω in english, επανδρώνω στα αγγλικά, επανδρώνω ετυμολογία, επανδρώνω συνώνυμο, επανδρώνω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, επανδρώνω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- επαναφέρω στα σλοβενικά - obnovitev, obnoviti, obnovite, obnovi, obnavljanje
- επαναφορά στα σλοβενικά - ponastavi, ponastavitev, ponastaviti, ponastavite, ponastavijo
- επανεμφάνιση στα σλοβενικά - ponoven, Ponovni, ponoven pojav
- επανορθώνω στα σλοβενικά - náprava, napravit, popravi, popraviti, odpravo, popravijo, popravili
Τυχαίες λέξεις
Επανδρώνω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: moški, pán, mož, epandrono
Μεταφράσεις: moški, pán, mož, epandrono