Ανέχομαι στα σουηδικά
Μετάφραση: ανέχομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tåla, tolerera, min, tolererar, tål, att tolerera
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανέχομαι
ανέχομαι english, ανέχομαι αγγλικα, ανέχομαι ετυμολογία, ανέχομαι κλιση, ανέχομαι συνώνυμα, ανέχομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανέχομαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανέντιμος στα σουηδικά - smutsig, vidrig, stygg, otäck, snuskig, oärlig, oärligt, ...
- ανέρχομαι στα σουηδικά - antal, tal, mängd, summa, ansluta, ansluta sig, ansluter sig, ...
- ανήθικος στα σουηδικά - omoralisk, omoraliskt, omoraliska
- ανήκω στα σουηδικά - tillhör, hör, tillhöra, hör hemma, ingår
Τυχαίες λέξεις
Ανέχομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: tåla, tolerera, min, tolererar, tål, att tolerera
Μεταφράσεις: tåla, tolerera, min, tolererar, tål, att tolerera