Min στα ελληνικά
Μετάφραση: min, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόσωπο, νάρκη, μεταλλείο, κύρος, ανέχομαι, έκφραση, θωριά, πλευρά, άποψη, αντιμετωπίζω, αντικρίζω, όψη, μου, My, δικό μου, Το δικό μου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- miljonär στα ελληνικά - εκατομμυριούχος, Millionaire, εκατομμυριούχων, εκατομμυριούχου, ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΟΥΧΩΝ
- miljö στα ελληνικά - περίχωρα, περιβάλλον, Περιβάλλον, Περιβάλλοντος, το περιβάλλον, Environment
- mina στα ελληνικά - μεταλλείο, νάρκη, ορυχείο, ορυχείου, των ναρκών, η δική μου
- mineral στα ελληνικά - μετάλλευμα, ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα
Τυχαίες λέξεις
Min στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόσωπο, νάρκη, μεταλλείο, κύρος, ανέχομαι, έκφραση, θωριά, πλευρά, άποψη, αντιμετωπίζω, αντικρίζω, όψη, μου, My, δικό μου, Το δικό μου
Μεταφράσεις: πρόσωπο, νάρκη, μεταλλείο, κύρος, ανέχομαι, έκφραση, θωριά, πλευρά, άποψη, αντιμετωπίζω, αντικρίζω, όψη, μου, My, δικό μου, Το δικό μου