Δένω στα σουηδικά

Μετάφραση: δένω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
slips, knut, knop, truss, fackverk, fackverks, fackverket
Δένω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δένω

κόμπο δένω, δένω γραβάτα, δένω αγγλικα, δένω δένομαι, ρήμα δίνω, δένω λεξικό γλώσσας σουηδικά, δένω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • δέμα στα σουηδικά - paket, packe, parti, paketet, förpackningen
  • δέντρο στα σουηδικά - träd, trädet, tree, Kekules
  • δέος στα σουηδικά - skräck, awe, vördnad, respektingivande, förundran, vördnads
  • δέρμα στα σουηδικά - skinn, hud, huden, hudens, Skin
Τυχαίες λέξεις
Δένω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: slips, knut, knop, truss, fackverk, fackverks, fackverket