Λέξη: εξωτικός
Σχετικές λέξεις: εξωτικός
εξωτικός συνώνυμα, εξωτικός προορισμός, εξωτικόσ παροξυσμόσ, εξωτικός κληρονόμος
Συνώνυμα: εξωτικός
αλλόκοτος, μαγικός
Μεταφράσεις: εξωτικός
εξωτικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
exotic, weird, an exotic
εξωτικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
exótico, exótica, exóticos, exóticas
εξωτικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fremd, exotisch, exotischen, exotische, exotischer, exotisches
εξωτικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
étranger, exotique, exotiques, exotisme
εξωτικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
esotico, esotica, esotici, esotiche
εξωτικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alienígena, estrangeiro, estranho, exótico, exotic, exótica, exóticos, exóticas
εξωτικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onwennig, vreemd, uitheems, exotisch, buitenlands, buitenlander, vreemdeling, exotische, exotisme
εξωτικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
чужой, экзотический, экзотичный, экзотика, иноземный, экзотические, экзотическая, экзотическое, экзотическим
εξωτικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
eksotisk, eksotiske, exotic
εξωτικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
exotiska, exotiskt, exotisk
εξωτικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
outo, eksoottinen, eksoottisia, eksoottisten, eksoottiset, eksoottisen
εξωτικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
eksotisk, eksotiske, exotic
εξωτικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
exotický, cizokrajný, exotické, exotická, exotických, exotického
εξωτικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
egzotyka, egzotyzm, egzotyk, egzotyczny, egzotyczne, egzotycznych, egzotyczna, egzot
εξωτικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
egzotikus, honos, az egzotikus, exotikus
εξωτικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yabancı, egzotik, egzotik bir, ekzotik
εξωτικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
екзотичний, екзотична, екзотичного, екзотичне, екзотичну
εξωτικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
huaj, ekzotik, ekzotike, ekzotike të, ekzotikë, i huaj
εξωτικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
екзотичен, екзотична, екзотични, екзотично, екзотичната
εξωτικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
экзатычны, экзатычная, экзатычную
εξωτικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eksootiline, eksootiliste, eksootilisi, eksootilised, eksootilise
εξωτικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
egzotičan, neobičan, egzotično, egzotične, egzotični, egzotična
εξωτικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
framandi, framandi og, framandleika
εξωτικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svetimas, egzotiškas, egzotinių, egzotiškų, egzotiškos, egzotinis
εξωτικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
svešs, eksotisks, eksotisko, eksotisku, eksotiska, eksotiski
εξωτικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
егзотична, егзотични, егзотично, егзотичните, егзотичен
εξωτικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
străin, exotic, exotice, exotică, exotica, exotici
εξωτικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
exotic, eksotična, eksotične, eksotični, eksotično
εξωτικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
exotický, neobvyklý, cudzokrajný
Τυχαίες λέξεις