Δουλειές στα σουηδικά
Μετάφραση: δουλειές, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
jobb, sysselsättning, affärer, affär, företag, affärs, verksamhet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δουλειές
δουλειές στην αθήνα, δουλειές του μέλλοντος, δουλειές του ποδαριού, δουλειές θεσσαλονίκη, δουλειές με μέλλον, δουλειές λεξικό γλώσσας σουηδικά, δουλειές στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- δουλεία στα σουηδικά - slaveri, träldom, bondage, träldomen, fångenskap
- δουλειά στα σουηδικά - jobb, sysselsättning, uppgift, arbete, jobbet, arbetstillfällen
- δουλεύω στα σουηδικά - arbete, uppgift, jobb, arbetet, arbets
- δοχείο στα σουηδικά - behållare, behållaren, container
Τυχαίες λέξεις
Δουλειές στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: jobb, sysselsättning, affärer, affär, företag, affärs, verksamhet
Μεταφράσεις: jobb, sysselsättning, affärer, affär, företag, affärs, verksamhet