Λέξη: άφθονα

Σχετικές λέξεις: άφθονα

άφθονα συνώνυμο

Μεταφράσεις: άφθονα

άφθονα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
abundantly, abundant, plenty, plenty of, plentiful

άφθονα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abundantemente, abundancia, en abundancia, abundante, abundantes

άφθονα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
reichliche, reichlich, Fülle, reich, Fluss, in Fülle

άφθονα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
abondamment, abondante, abondance, en abondance

άφθονα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
abbondantemente, abbondanza, in abbondanza, abbondante, ampiamente

άφθονα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abundante, abundantemente, abundância, em abundância, abundantes

άφθονα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ruimschoots, rijkelijk, overvloedig, overvloed, overvloediger

άφθονα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
богато, густо, обильно, совершенно, изобилии, в изобилии, избытком

άφθονα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
klink, rikelig, klinkende, overflod, mere

άφθονα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rikligt, abundantly, överflöd, i överflöd, rikligen

άφθονα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
runsaasti, täysin, runsaalla, runsaana, päivänselvää

άφθονα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
overflod, rigeligt, helt, rigt, i overflod

άφθονα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hojně, bohatě, hojnosti, v hojnosti

άφθονα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
obficie, jasno, wyraźnie, suto, obfitości, w obfitości, obficiej, bogato

άφθονα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bőségesen, bőven, gazdagon, bõségesen, bőséggel

άφθονα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bol bol, bol, bol miktarda, bolca

άφθονα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рясно, оболонь, щедро

άφθονα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bollëk, me bollëk, fort, jashtëzakonisht, mase

άφθονα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изобилно, обилно, изобилие, щедро, пределно

άφθονα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
багата, шчодра

άφθονα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
külluslikult, rohkesti, täiesti, rikkalikult, ohtralt

άφθονα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
obilno, izobilju, u izobilju, obilato, obilju

άφθονα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
berlega, ríkulega, berlega í, deginum, fullri gnægð

άφθονα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gausiai, apsčiai, kaupu, nepalyginamai, akivaizdžiai

άφθονα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bagātīgi, pilnīgi, plaši, pārpilnībā, pārpārēm

άφθονα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
изобилно, обилно, изобилие, во изобилие, изобилство

άφθονα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
abundent, belșug, abundență, din belșug, din abundență

άφθονα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
obilno, obilju, izobilju, bogato, v obilju

άφθονα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hojne, často, veľkej miere, vo veľkej miere, dosť
Τυχαίες λέξεις