Εξονυχιστικός στα σουηδικά
Μετάφραση: εξονυχιστικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grundlig, noggrann, ingående, grundligt, grundliga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξονυχιστικός
εξονυχιστικόσ συνώνυμα, εξονυχιστικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, εξονυχιστικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εξομολογώ στα σουηδικά - bikta, erkänna, bekänna, tillstå, bekänner, erkänner
- εξομολόγηση στα σουηδικά - bikt, bekännelse, bikten, erkännande, bekännelsen
- εξοπλίζω στα σουηδικά - rigg, riggen, rig
- εξοπλισμός στα σουηδικά - utrusta, utrustning, utrustningen, maskiner, maskin
Τυχαίες λέξεις
Εξονυχιστικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: grundlig, noggrann, ingående, grundligt, grundliga
Μεταφράσεις: grundlig, noggrann, ingående, grundligt, grundliga