Λέξη: πελέκι
Μεταφράσεις: πελέκι
πελέκι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
axe, chipper, ax, spearheads, spearheads made
πελέκι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hacha, alegre, astilladora, chipper, astilladora de, al Usar la Astilladora
πελέκι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
axt, beil, Hack, Hacker, chipper, Häcksler
πελέκι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ébrancher, tailler, cognée, hache, déchiqueteuse, chipper, broyeur, broyeur de branches, broyeur de
πελέκι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ascia, scure, accetta, cippatrice, chipper, Bio Trituratori, cippatore, cippatrici
πελέκι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
machado, picador, picador de, chipper, estilhaçadora, raspadora
πελέκι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hakbijl, bijl, chipper, versnipperaar, hakselaar, Hakselaars, Hakmachine
πελέκι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отсечение, колун, казнь, топор, секира, ледоруб, бодрый, Chipper, дробилка, рубительная машина, рубительная
πελέκι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
øks, chipper, Maskin, flisemaskinen, Flismaskin
πελέκι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
chipper, Kvarn, hugg, flishugg
πελέκι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kirves, hakata, hakkuri, hakkurin, chipper, hakkurilla, hakun
πελέκι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
økse, flishugger, chipper, flishuggeren, Flis, chipper Såmaskiner
πελέκι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
otesávat, sekera, osekávat, štěpkovač, větví, čiperný, chipper, Drtič větví
πελέκι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
siekiera, redukować, topór, kilof, rębak, wiórownica, rębakiem, chipper, Rozdrabniacz gałęzi
πελέκι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
létszámcsökkentés, leépítés, aprítógép, Chipper, Aprító
πελέκι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
Öğütme, parçalayıcı, Chipper, Donanim, öğütücü
πελέκι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сокира, бадьорий
πελέκι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
sëpatë, chipper
πελέκι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
брадва, топор, дробилка, Моторни, Трошачка, Chipper
πελέκι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сякера, бадзёры
πελέκι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
raiuma, kirves, jõul, puiduhakkur, chipper, hakkur, hakkuri
πελέκι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osovina, sjekira, Strugač, chipper, seckanje
πελέκι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hress
πελέκι στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
securis
πελέκι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kirvis, smulkintuvas, chipper, smulkintuvo, trupintuvui arba smulkintuvui
πελέκι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
cirvis, smalcinātājs, chipper, šķeldotāju, šķeldotājs
πελέκι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
секира, сечкање, chipper
πελέκι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
topor, crengi, Tocatoare, chipper, Concasor crengi, Tocatoare de lemn
πελέκι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sekalnik, drobilec, chipper, sekljanje, grobo sekljanje
πελέκι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sekera, štiepkovač, sekačka, drvič drevnej, Štěpkovač
Τυχαίες λέξεις